• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

εκπληκτικά

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίρρημα
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις
    • 1.3 Κλιτικός τύπος επιθέτου

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
 προσχέδιο λήμματος: μπορείτε να βοηθήσετε επεκτείνοντάς το λήμμα

Ετυμολογία

επεξεργασία

εκπληκτικά < εκπληκτικός

Επίρρημα

επεξεργασία

εκπληκτικά

  1. κατά τρόπο που προκαλεί έκπληξη, που ξαφνιάζει
  2. (μεταφορικά) πάρα πολύ, έντονα

Συγγενικά

επεξεργασία
  • έκπληκτος
  • εκπληκτικός
  • εκπλήσσω

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    εκπληκτικά
  • αγγλικά : surprisingly (en), amazingly (en)
  • γαλλικά : étonnamment (fr)
  • γερμανικά : erstaunlich (de)

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

εκπληκτικά

  • ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του εκπληκτικό
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=εκπληκτικά&oldid=6958626"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Νοεμβρίου 2024, στις 19:48

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Νοεμβρίου 2024, στις 19:48.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας