δω
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- δω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική δῶ < ἐδῶ με αποβολή του αρχικού άτονου φωνήεντος [1] → και δείτε τη λέξη εδώ
Προφορά επεξεργασία
Επίρρημα επεξεργασία
δω
- άλλη μορφή του εδώ πριν από [a], [e], [o]
- ↪ Έλα δω! Έχω να σου πω κάτι.
- ※ Διονύσιος Ρώμας, 1906-1961. «Το ρεμπελιό των ποπολάρων» στις τριλογίες Περίπλους απόσπασμα@books.google
Συγγενικά επεξεργασία
→ και δείτε τη λέξη εδώ
Εκφράσεις επεξεργασία
→ και δείτε τη λέξη εδώ
Μεταφράσεις επεξεργασία
δω
|
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
δω
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ εδώ, δω - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας