Δείτε επίσης: δῶ

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

δω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική δῶ < ἐδῶ με αποβολή του αρχικού άτονου φωνήεντος [1] → και δείτε τη λέξη εδώ

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈðo/

  Επίρρημα επεξεργασία

δω

Συγγενικά επεξεργασία

→ και δείτε τη λέξη εδώ

Εκφράσεις επεξεργασία

→ και δείτε τη λέξη εδώ

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

δω

  Αναφορές επεξεργασία