Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η διευθύνουσα σύμβουλος οι διευθύνουσες σύμβουλοι
      γενική της διευθύνουσας συμβούλου των διευθυνουσών συμβούλων
    αιτιατική τη διευθύνουσα σύμβουλο τις διευθύνουσες συμβούλους
     κλητική διευθύνουσα σύμβουλε διευθύνουσες σύμβουλοι
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

διευθύνουσα σύμβουλος < → δείτε τις λέξεις διευθύνουσα και σύμβουλος

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ði.eˈfθi.nu.sa ˈsiɱ.vu.los/

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

διευθύνουσα σύμβουλος θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε διευθύνων σύμβουλος