Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
διαρρήκτρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
διαρρήκτρι
α
οι
διαρρήκτρι
ες
γενική
της
διαρρήκτρι
ας
των
διαρρηκτρι
ών
αιτιατική
τη
διαρρήκτρι
α
τις
διαρρήκτρι
ες
κλητική
διαρρήκτρι
α
διαρρήκτρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
διαρρήκτρια
<
θηλυκό
του
διαρρήκτης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
διαρρήκτρια
θηλυκό
→
δείτε
τη λέξη
διαρρήκτης
Μεταφράσεις
επεξεργασία
διαρρήκτρια