Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
γαλαντόμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
γαλαντόμ
α
οι
γαλαντόμ
ες
γενική
της
γαλαντόμ
ας
των
γαλαντόμ
ων
αιτιατική
τη
γαλαντόμ
α
τις
γαλαντόμ
ες
κλητική
γαλαντόμ
α
γαλαντόμ
ες
Κατηγορία
όπως «
ελπίδα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
γαλαντόμα
<
γαλαντόμος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
γαλαντόμα
θηλυκό
ανοιχτοχέρα
,
χουβαρντού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
γαλαντόμα