Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /viˈθi.zo.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: βυ‐θί‐ζο‐μαι

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

βυθίζομαι, π.αόρ.: βυθίστηκα, μτχ.π.π.: βυθισμένος

  Μεταφράσεις επεξεργασία