βιμπραφωνίστας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- βιμπραφωνίστας < γαλλική vibraphoniste
Ουσιαστικό
επεξεργασίαβιμπραφωνίστας αρσενικό
- οργανοπαίκτης που παίζει βιμπράφωνο
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία βιμπραφωνίστας