• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

βηχαλάκι

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το βηχαλάκι τα βηχαλάκια
      γενική — —
    αιτιατική το βηχαλάκι τα βηχαλάκια
     κλητική βηχαλάκι βηχαλάκια
όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

βηχαλάκι < βήχας + υποκοριστικό επίθημα -αλάκι

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

βηχαλάκι ουδέτερο

  • υποκοριστικό του βήχας

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    βηχαλάκι
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=βηχαλάκι&oldid=4030725"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Απριλίου 2019, στις 20:44

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Απριλίου 2019, στις 20:44.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie