βαρελοσανίδα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαβαρελοσανίδα θηλυκό
- σανίδα βαρελιού, σανίδα που έχει υποστεί ειδική επεξεργασία κοπής και ελαφριάς κύρτωσης για τη κατασκευή βαρελιού
Μεταφράσεις
επεξεργασία βαρελοσανίδα
|