ανφάν γκατέ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ανφάν γκατέ < (άμεσο δάνειο) γαλλική enfant gâté (χαϊδεμένο, κακομαθημένο παιδί)
Προφορά
επεξεργασίαΗ γαλλική προφορά → δείτε enfant και gâté συνήθως προσαρμοσμένη στα ελληνικά
- ΔΦΑ : /ɑ̃ˈfɑ̃ ɡɑˈte/ (γαλλικά)
- ΔΦΑ : /anˈfan ɡaˈte/ (προσαρμογή σε ελληνικά φωνήματα)
Επίθετο
επεξεργασίαανφάν γκατέ ουδέτερο άκλιτο
- χαϊδεμένος, παραχαϊδεμένος (συνήθως κοσμικός) νέος ή νέα, (συνεκδοχικά) κακομαθημένος
- (περιληπτικό, θηλυκό ή ουδέτερο) η αφρόκρεμα
- ⮡ Που λες, μαζεύτηκε όλο το ανφάν γκατέ στο πάρτι γενεθλίων της θυγατέρας του
- (παρωχημένο, κυριολεκτικά, όπως στα γαλλικά:) [1] παραχαϊδεμένο, κακομαθημένο παιδί από τους γονείς του
Μεταφράσεις
επεξεργασία χαϊδεμένος κοσμικός νέος ή νέα
η αφρόκρεμα της κοινωνίας
|
παραχαϊδεμένο παιδί
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ «ανφάν-γκατέ» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)