Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αντιρατσιστής οι αντιρατσιστές
      γενική του αντιρατσιστή των αντιρατσιστών
    αιτιατική τον αντιρατσιστή τους αντιρατσιστές
     κλητική αντιρατσιστή αντιρατσιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αντιρατσιστής < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αντιρατσιστής αρσενικό, αντιρατσίστρια θηλυκό

  1. Το άτομο που αντιτάσσεται στο φαινόμενο των κοινωνικών διακρίσεων.
  2. Αυτός που είναι εναντίον του ρατσισμού.

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία