Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αντιδογματικότητα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
αντιδογματικότητ
α
οι
αντιδογματικότητ
ες
γενική
της
αντιδογματικότητ
ας
των
αντιδογματικοτήτ
ων
αιτιατική
την
αντιδογματικότητ
α
τις
αντιδογματικότητ
ες
κλητική
αντιδογματικότητ
α
αντιδογματικότητ
ες
Κατηγορία
όπως «
σάλπιγγα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αντιδογματικότητα
θηλυκό
συνώνυμο
του
αντιδογματισμού