Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ανταλής
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
ανταλ
ής
οι
ανταλ
ήδες
γενική
του
ανταλ
ή
των
ανταλ
ήδων
αιτιατική
τον
ανταλ
ή
τους
ανταλ
ήδες
κλητική
ανταλ
ή
ανταλ
ήδες
Κατηγορία
όπως «
μπαλωματής
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ανταλής
< τουρκικό
adalι
<
ada
(νησί)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ανταλής
αρσενικό
ο
νησιώτης
, ιδιαίτερα του ανατολικού
Aιγαίου
ή της
Προποντίδας
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ανταλής