Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αιθουσάρχης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Δείτε επίσης
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
αιθουσάρχ
ης
οι
αιθουσάρχ
ες
γενική
του
αιθουσάρχ
η
των
αιθουσαρχ
ών
αιτιατική
τον
αιθουσάρχ
η
τους
αιθουσάρχ
ες
κλητική
αιθουσάρχ
η
αιθουσάρχ
ες
Κατηγορία
όπως «
ναύτης
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αιθουσάρχης
<
αίθουσα
+
-άρχης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αιθουσάρχης
αρσενικό
ο ιδιοκτήτης μιας θεατρικής
αίθουσας
, ενός
θεάτρου
Δείτε επίσης
επεξεργασία
θεατρώνης
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αιθουσάρχης