αγκιναροκούκια
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | αγκιναροκούκια | ||
γενική | — | |||
αιτιατική | τα | αγκιναροκούκια | ||
κλητική | αγκιναροκούκια | |||
Η κατάληξη -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
αγκιναροκούκια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- (γαστρονομία) φαγητό με κύρια υλικά αγκινάρες με κουκιά
Μεταφράσεις επεξεργασία
αγκιναροκούκια
|