• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αγελαδάρισσα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αγελαδάρισσα οι αγελαδάρισσες
      γενική της αγελαδάρισσας των αγελαδαρισσών
    αιτιατική την αγελαδάρισσα τις αγελαδάρισσες
     κλητική αγελαδάρισσα αγελαδάρισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

αγελαδάρισσα < αγελαδάρης + κατάληξη θηλυκού -ισσα

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /a.ʝe.laˈða.ɾi.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐γε‐λα‐δά‐ρισ‐σα

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

αγελαδάρισσα θηλυκό (αρσενικό αγελαδάρης)

  • (επάγγελμα) αυτή που οδηγεί τις αγελάδες στη βοσκή

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    αγελαδάρισσα
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αγελαδάρισσα&oldid=5447602"
Τελευταία επεξεργασία στις 27 Ιανουαρίου 2022, στις 06:19
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 27 Ιανουαρίου 2022, στις 06:19.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie