Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αγαπητικότητα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
αγαπητικότητ
α
οι
αγαπητικότητ
ες
γενική
της
αγαπητικότητ
ας
των
αγαπητικοτήτ
ων
αιτιατική
την
αγαπητικότητ
α
τις
αγαπητικότητ
ες
κλητική
αγαπητικότητ
α
αγαπητικότητ
ες
Κατηγορία
όπως «
σάλπιγγα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία el
επεξεργασία
αγαπητικότητα
<
αγαπητικός
+
-ότητα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αγαπητικότητα
θηλυκό
η καθημερινή βίωση
αγάπης
η αφετηρία κάθε δράσης και σκέψης με κριτήριο-κίνητρο την αγάπη, σκέψη και δράση υπό το πρίσμα της
αγάπης
, κινητοποίηση-δραστηριοποίηση λόγω
αγάπης