Δείτε επίσης: φιλόλογος
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Φιλόλογος οἱ Φιλόλογοι
      γενική τοῦ Φιλολόγου τῶν Φιλολόγων
      δοτική τῷ Φιλολόγ τοῖς Φιλολόγοις
    αιτιατική τὸν Φιλόλογον τοὺς Φιλολόγους
     κλητική ! Φιλόλογε Φιλόλογοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Φιλολόγω
γεν-δοτ τοῖν  Φιλολόγοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Φιλόλογος < φιλόλογος

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Φιλόλογος αρσενικό