Τρισπιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Τρισπιώτης | οι | Τρισπιώτηδες |
γενική | του | Τρισπιώτη* | των | Τρισπιώτηδων |
αιτιατική | τον | Τρισπιώτη | τους | Τρισπιώτηδες |
κλητική | Τρισπιώτη | Τρισπιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Τρισπιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Τρισπιώτης < + -ιώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤρισπιώτης αρσενικό (θηλυκό Τρισπιώτη ή Τρισπιώτου)