Τουρκαλβανός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Τουρκαλβανός < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤουρκαλβανός αρσενικό
- Αλβανός μουσουλμάνος. Συχνό σε ιστορικά κείμενα.
Μεταφράσεις
επεξεργασία Τουρκαλβανός
|
Τουρκαλβανός αρσενικό
|