Δείτε επίσης: σφακιώτισσα
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Σφακιώτισσα οι Σφακιώτισσες
      γενική της Σφακιώτισσας των Σφακιωτισσών
    αιτιατική τη Σφακιώτισσα τις Σφακιώτισσες
     κλητική Σφακιώτισσα Σφακιώτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Σφακιώτισσα < Σφακιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /sfaˈco.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σφα‐κιώ‐τισ‐σα

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Σφακιώτισσα θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Σφακιώτης