Συρακιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Συρακιώτης | οι | Συρακιώτηδες |
γενική | του | Συρακιώτη* | των | Συρακιώτηδων |
αιτιατική | τον | Συρακιώτη | τους | Συρακιώτηδες |
κλητική | Συρακιώτη | Συρακιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Συρακιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Συρακιώτης < + -ιώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣυρακιώτης αρσενικό (θηλυκό Συρακιώτη ή Συρακιώτου)