Σοφοτάσιος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Σοφοτάσιος | οι | Σοφοτάσιοι |
γενική | του | Σοφοτάσιου & Σοφοτασίου |
των | Σοφοτάσιων & Σοφοτασίων |
αιτιατική | τον | Σοφοτάσιο | τους | Σοφοτάσιους & Σοφοτασίους |
κλητική | Σοφοτάσιε | Σοφοτάσιοι | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Μάντζαρος (κλίση: καρδινάλιος)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Σοφοτάσιος < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣοφοτάσιος αρσενικό (θηλυκό Σοφοτάσιου ή Σοφοτασίου)