Σκοπελιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Σκοπελιώτης | οι | Σκοπελιώτηδες |
γενική | του | Σκοπελιώτη* | των | Σκοπελιώτηδων |
αιτιατική | τον | Σκοπελιώτη | τους | Σκοπελιώτηδες |
κλητική | Σκοπελιώτη | Σκοπελιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Σκοπελιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Σκοπελιώτης < + -ιώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣκοπελιώτης αρσενικό (θηλυκό Σκοπελιώτη ή Σκοπελιώτου)