Σκεπετάρης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Σκεπετάρης < αλβανική skipitar (→ δείτε και τη λέξη σκιπιτάρης) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣκεπετάρης αρσενικό (θηλυκό Σκεπετάρη)