Σημαχίδες
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | Σημαχίδες | ||
γενική | των | Σημαχιδών | ||
αιτιατική | τους | Σημαχίδες | ||
κλητική | Σημαχίδες | |||
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Σημαχίδες < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική Σημαχίδαι
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /si.maˈçi.ðes/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ση‐μα‐χί‐δες
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣημαχίδες αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Σημαχίδες στη Βικιπαίδεια