Σαλονικιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Σαλονικιώτης | οι | Σαλονικιώτηδες |
γενική | του | Σαλονικιώτη* | των | Σαλονικιώτηδων |
αιτιατική | τον | Σαλονικιώτη | τους | Σαλονικιώτηδες |
κλητική | Σαλονικιώτη | Σαλονικιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Σαλονικιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Σαλονικιώτης < + -ιώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣαλονικιώτης αρσενικό (θηλυκό Σαλονικιώτη ή Σαλονικιώτου)