Ρούσσος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ρούσσος | οι | Ρούσσοι |
γενική | του | Ρούσσου | των | Ρούσσων |
αιτιατική | τον | Ρούσσο | τους | Ρούσσους |
κλητική | Ρούσσε | Ρούσσοι | ||
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΡούσσος αρσενικό
- (εθνικό όνομα) που είναι από τη Ρουσία, ο Ρώσος, άλλη γραφή του Ρούσος
- ανδρικό όνομα
- ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Ρούσσου)
Μεταφράσεις
επεξεργασία Ρούσσος
|