Πατελιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Πατελιώτης | οι | Πατελιώτηδες |
γενική | του | Πατελιώτη* | των | Πατελιώτηδων |
αιτιατική | τον | Πατελιώτη | τους | Πατελιώτηδες |
κλητική | Πατελιώτη | Πατελιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Πατελιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Πατελιώτης < + -ιώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠατελιώτης αρσενικό (θηλυκό Πατελιώτη ή Πατελιώτου)