Δείτε επίσης: Πάντειο, Πάντος

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Πάντειος οι Πάντειοι
      γενική της Παντείου των Παντείων
    αιτιατική την Πάντειο τις Παντείους
     κλητική Πάντειε Πάντειοι
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «άμπελος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Πάντειος < από το επώνυμο του δωρητή Πάντ(ος) + -ειος

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈpan.di.os/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πά‐ντει‐ος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Πάντειος θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

→ δείτε τη λέξη Πάντος

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία