Νικηφοράτος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Νικηφοράτος < + -άτος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΝικηφοράτος αρσενικό (θηλυκό Νικηφοράτου)
Νικηφοράτος αρσενικό (θηλυκό Νικηφοράτου)