Μονομάτος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μονομάτος < + -άτος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μονομάτος αρσενικό (θηλυκό Μονομάτου)
Μονομάτος αρσενικό (θηλυκό Μονομάτου)