Μιλιαράς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Μιλιαράς < επάγγελμα, μεσαιωνική ελληνική μιλιαράς[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /mi.ʎaˈɾas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μι‐λια‐ράς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜιλιαράς αρσενικό (θηλυκό Μιλιαρά)
Άλλες γραφές
επεξεργασίαΜεταγραφές
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Μιλιαράς σελ.203 - Συμεωνίδης, Χαράλαμπος. (2015) Παράρτημα: Αρχαία ελληνικά τοπωνύμια και επώνυμα..., [έως και νεότερα επώνυμα, ετυμολογίες], σελ.195-207 στο Ο γλωσσικός χάρτης της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας κατά την αρχαιότητα (συλλογικό, επιμ. Κανάκης, Γεώργιος Κ.) Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2015 pdf.