Μηλοφάγοι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Μηλοφάγοι αρσενικό στον πληθυντικό
- (κυριολεκτικά) αυτοί που τρώνε μήλα. Ονομασία μυθικού λαού, στο έργο Ανωνύμου Αλέξανδρος ο βασιλεύς.
Πηγές
επεξεργασία
- Μηλοφάγοι - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].