Ετυμολογία

επεξεργασία
Μαρίνη < γενική ενικού του αρσενικού Μαρίνης

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /maˈɾi.ni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μα‐ρί‐νη

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μαρίνη θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

επεξεργασία

Μαρίνη αρσενικό



↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Μαρίνη αἱ Μαρίναι
      γενική τῆς Μαρίνης τῶν Μαρινῶν
      δοτική τῇ Μαρίν ταῖς Μαρίναις
    αιτιατική τὴν Μαρίνην τὰς Μαρίνᾱς
     κλητική ! Μαρίνη Μαρίναι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Μαρίν
γεν-δοτ τοῖν  Μαρίναιν
Το φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ.
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'δίκη' όπως «βελόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Μαρίνη < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μαρίνη θηλυκό

  Αναφορές

επεξεργασία
  • Μαρίνη - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven