↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Μαλανδρινιώτισσα οι Μαλανδρινιώτισσες
      γενική της Μαλανδρινιώτισσας των Μαλανδρινιωτισσών
    αιτιατική τη Μαλανδρινιώτισσα τις Μαλανδρινιώτισσες
     κλητική Μαλανδρινιώτισσα Μαλανδρινιώτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Μαλανδρινιώτισσα < Μαλανδρινιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ma.lan.ðɾiˈɲo.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μα‐λαν‐δρι‐νιώ‐τισ‐σα

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μαλανδρινιώτισσα θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Μαλανδρινιώτης