Κρωπίδες
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | Κρωπίδες | ||
γενική | των | Κρωπιδών | ||
αιτιατική | τους | Κρωπίδες | ||
κλητική | Κρωπίδες | |||
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Κρωπίδες < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική Κρωπίδαι
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /kɾoˈpi.ðes/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κρω‐πί‐δες
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚρωπίδες αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Κρωπίδες στη Βικιπαίδεια