Κουτσολιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Κουτσολιώτης | οι | Κουτσολιώτηδες |
γενική | του | Κουτσολιώτη* | των | Κουτσολιώτηδων |
αιτιατική | τον | Κουτσολιώτη | τους | Κουτσολιώτηδες |
κλητική | Κουτσολιώτη | Κουτσολιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Κουτσολιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Κουτσολιώτης < + -ιώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚουτσολιώτης αρσενικό (θηλυκό Κουτσολιώτη ή Κουτσολιώτου)