πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Κουβελιώτισσα οι Κουβελιώτισσες
      γενική της Κουβελιώτισσας των Κουβελιωτισσών
    αιτιατική την Κουβελιώτισσα τις Κουβελιώτισσες
     κλητική Κουβελιώτισσα Κουβελιώτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
Κουβελιώτισσα < Κουβελιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα
ΔΦΑ : /ku.veˈʎo.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κουβελιώτισσα

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κουβελιώτισσα θηλυκό

Μεταφράσεις

επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Κουβελιώτης