Κοκκινέλλης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κοκκινέλλης < + -έλλης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚοκκινέλλης αρσενικό (θηλυκό Κοκκινέλλη)
Κοκκινέλλης αρσενικό (θηλυκό Κοκκινέλλη)