Κνίδος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Κνίδος | ||
γενική | της | Κνίδου | ||
αιτιατική | την | Κνίδο | ||
κλητική | Κνίδε (Κνίδο) | |||
Κατηγορία όπως «διχοτόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Κνίδος < αρχαία ελληνική Κνίδος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚνίδος θηλυκό, μόνο στον ενικό
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Κνίδος στη Βικιπαίδεια