Κλοπουκίτσα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Κλοπουκίτσα | ||
γενική | της | Κλοπουκίτσας | ||
αιτιατική | την | Κλοπουκίτσα | ||
κλητική | Κλοπουκίτσα | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Κλοπουκίτσα < → δείτε τη λέξη Κλοποκίτσα
Προφορά επεξεργασία
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κλο‐που‐κί‐τσα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Κλοπουκίτσα θηλυκό, μόνο στον ενικό
- (οικισμός) άλλη μορφή του Κλοποκίτσα
Μεταφράσεις επεξεργασία
Κλοπουκίτσα
→ δείτε τη λέξη Κλοποκίτσα |