Κατσανεβιανά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | Κατσανεβιανά | ||
γενική | των | Κατσανεβιανών | ||
αιτιατική | τα | Κατσανεβιανά | ||
κλητική | Κατσανεβιανά | |||
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Κατσανεβιανά < το επώνυμο Κατσανέβας[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ka.t͡sa.ne.vʝaˈna/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κα‐τσα‐νε‐βια‐νά
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚατσανεβιανά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- οικισμός των Αντικυθήρων
Μεταφράσεις
επεξεργασία Κατσανεβιανά
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Αθηνά: σύγγραμμα περιοδικόν της Εν Αθήναις Επιστημονικής Εταιρείας (1977), Αθήνα, σελ. 284