Δείτε επίσης: ζωγραφιώτισσα

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ζωγραφιώτισσα οι Ζωγραφιώτισσες
      γενική της Ζωγραφιώτισσας των Ζωγραφιωτισσών
    αιτιατική τη Ζωγραφιώτισσα τις Ζωγραφιώτισσες
     κλητική Ζωγραφιώτισσα Ζωγραφιώτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ζωγραφιώτισσα < Ζωγραφιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /zo.ɣɾaˈfço.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ζω‐γρα‐φιώ‐τισ‐σα

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ζωγραφιώτισσα θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Ζωγραφιώτης