Ζελενίστα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ζελενίστα | ||
γενική | της | Ζελενίστας | ||
αιτιατική | τη | Ζελενίστα | ||
κλητική | Ζελενίστα | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ζελενίστα < → δείτε τη λέξη Ζελενίτσα
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ze.leˈni.sta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ζε‐λε‐νί‐στα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ζελενίστα θηλυκό