Ζάννα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ζάννα | οι | Ζάννες |
γενική | της | Ζάννας | — | |
αιτιατική | τη | Ζάννα | τις | Ζάννες |
κλητική | Ζάννα | Ζάννες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία 1
επεξεργασία- Ζάννα < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΖάννα θηλυκό
Ετυμολογία 2
επεξεργασία- Ζάννα < γενική ενικού του αρσενικού Ζάννας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΖάννα θηλυκό, άκλιτο
Μεταγραφές
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΖάννα αρσενικό