αέναα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αέναα < αέναος + -α < αρχαία ελληνική ἀέναος < νάω
Επίρρημα επεξεργασία
αέναα
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αέναα
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
αέναα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του αέναος