Δωματιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Δωματιώτης | οι | Δωματιώτηδες |
γενική | του | Δωματιώτη* | των | Δωματιώτηδων |
αιτιατική | τον | Δωματιώτη | τους | Δωματιώτηδες |
κλητική | Δωματιώτη | Δωματιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Δωματιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Δωματιώτης < + -ιώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔωματιώτης αρσενικό (θηλυκό Δωματιώτη ή Δωματιώτου)