Δημητρακαράτος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Δημητρακαράτος < + -άτος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔημητρακαράτος αρσενικό (θηλυκό Δημητρακαράτου)
Δημητρακαράτος αρσενικό (θηλυκό Δημητρακαράτου)