Δελινιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Δελινιώτης | οι | Δελινιώτηδες |
γενική | του | Δελινιώτη* | των | Δελινιώτηδων |
αιτιατική | τον | Δελινιώτη | τους | Δελινιώτηδες |
κλητική | Δελινιώτη | Δελινιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Δελινιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Δελινιώτης < + -ιώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔελινιώτης αρσενικό (θηλυκό Δελινιώτη ή Δελινιώτου)